Τα περι Μπογδανο- χαρακτήρων του Δημήτρη Καμπουράκη.
Εντάξει, μπορεί να πει κάποιος ο Μητσοτάκης τον Μπογδάνο τον διέγραψε και καλά έκανε, εκείνους τους Παφίληδες θα τους διαγράψει κανείς ή θα είναι εσαεί στο απυρόβλητο. Αυτή η στάση της πολιτείας με βάση την ιστορική πραγματικότητα των πεπραγμένων αυτής της παράταξης στη χώρα είναι παντελώς ακαταλαβίστικη. Άκου λοιπόν αγαπητέ φίλε Δημήτρη τη δική μου ιστορία και μη μου λες εκείνο το στερεότυπο “έλα μωρέ τώρα αυτά γίνανε 78 χρόνια πριν”.
Το όνομά μου είναι Παναγιώτης Μπούρης, γεννήθηκα το Μάρτιο του 1944 στο Σχινοχώρι Αργολίδος και τώρα ζω πενήντα χρόνια στην Καλιφόρνια. Τον Μάιο του 1944 οι Γερμανοί εκτέλεσαν τον παππού μου, του οποίου φέρω το όνομα, και ένα μήνα μετά οι κουμουνιστοσυμορίτες συνέλαβαν τα πέντε από τα έξι παιδιά του ηλικίας 16 το μικρότερο και 32 το μεγαλύτερο τα πέρασαν από το λαϊκό τους δικαστήριο με την κατηγορία ότι τάχα συνεργάζονταν με τους Γερμανούς τα βρήκαν βεβαίως ένοχα και η ποινή ήταν δια της σφαγής ο θάνατος. Όχι στο απόσπασμα φυσικά γιατί μάλλον δεν είχαν σφαίρες.
Η μάνα μου όντας παντρεμένη τη γλύτωσε ίσως γιατί θεώρησαν τον πρόσφυγα πάτερα μου δικό τους οπαδό. Τους πήγαν στο Κοκοβούνι Φενεού της Κορινθίας και εκεί με μια μαχαιριά και με μια κλοτσιά τους έριξαν στο βάραθρο ζωντανούς. Αυτό το έγκλημα που νύχτες ολόκληρες δεν με αφήνει να κοιμηθώ, αυτό το κράτος, αυτή η πολιτεία το άφησε ατιμώρητο. Θυμάμαι λοιπόν τη γιαγιά μου να κλαίει μέχρι την ημέρα που πάθανε το 1969 και τα φοιτητικά μου χρόνια στην Αθήνα των διαδηλώσεων, των πολιτικών αντιπαραθέσεων με τους αριστερούς να λένε ότι τάχα οι αγωνιστές του 40 ταλαιπωρήθηκαν γιατί η φασιστική δεξιά τους έστειλε στη Γυάρο και στη Μακρόνησο και δεν μπορούσα να καταλάβω πως είναι δυνατόν οι ένοχοι να έχουν πάλι τον πρώτο λόγο. Αν θες την άποψη μου τους έστειλαν διακοπές για να σκεφτούν πως θα αντιδράσουν στην καινούργια πραγματικότητα. Και τα κατάφεραν πολύ καλά, έγραψαν τη δική τους πλευρά της ιστορίας τα περί αντίστασης κατά των δυνάμεων κατοχής, ανέδειξαν ήρωας στελέχη του δικού τους κινήματος και βάφτισαν δοσίλογους όλους εκείνους που δεν ήσαν δοσίλογοι της σοβιετικής ένωσης και φυσικά σκότωναν μόνο συνεργάτες των γερμανών γιατί ανυπομονούσαν να δέσουν τη χώρα στο σοβιετικό άρμα του δικού τους παραδείσου. Και τώρα η αλήθεια φίλε Δημήτρη, το μαύρο φασίστα δεν τον έδιωξε ο κόκκινος φασίστας αλλά εκείνοι που θεωρούν την ελευθερία του ανθρώπου σε όλες της κοινωνικές του δραστηριότητες, με έμφαση την οικονομική του, μέσα στο κοινωνικό σύνολο ως το μεγαλύτερο αγαθόν. Τη σβάστικα ο ένας, ο άλλος δρέπανο και σφυρί πρώτος κυνηγημένος ο δεύτερος βολεμένος. Γιατί λοιπόν αυτή η διαφορετική μεταχείριση του ίδιου προβλήματος? Εδώ λοιπόν βλέπουμε να σταματά η λογική διαχείριση του φαινομένου από τους αποφασίζοντας διανοούμενους και να θολώνουν τη θέση τους οι ιδεολογικές τους προτιμήσεις. Γιατί αυτός ο παραλογισμός? Απλούστατα, όσο ο παραλογισμός της δημόσιας οικονομικής πολιτικής είναι προτιμητέος από την πλειοψηφία της διανοούμενης τάξης αντί της λογικής που απαιτεί αξιολόγηση κάθε πολιτικής από τα αποτελέσματα και όχι από υποσχέσεις η σύνθεση του κοινοβουλίου δεν πρόκειται να αλλάξει. Το συμπέρασμα είναι ότι η τάξη της διανόησης έχει τη μεγάλη ευθύνη του αιματοκυλίσματος της χώρας και της απαξιωτικής συμπεριφοράς του κόκκινου φασίστα στο κοινοβούλιο. Ελπίζω μια μέρα να γίνει κατανοητό ότι αυτό που διανοητικά είναι σωστό, δεν είναι και συμβατό με αυτούς που ζουν στον πλανήτη μας. .
Παναγιώτης Μπούρης
Οικονομολόγος
retired professor